Home » ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΡΙΧΑΡΔΟΣ – ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ (interview in Greek)

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΡΙΧΑΡΔΟΣ – ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ (interview in Greek)

by MythofRock

Χωρίς καμία υπερβολή, ο Αλέξανδρος Ριχάρδος αποτελεί μία από τις πλέον εξέχουσες προσωπικότητες του rock/metal χώρου στην Ελλάδα, έχει τιμήσει όσο λίγοι την rock/metal κοινότητα με την παρουσία και το έργο του και κάθε κουβέντα του είναι σπουδαία και σημαντική. Το Myth of Rock είχε την τιμή να γνωρίσει από κοντά τον κύριο Ριχάρδο και να μιλήσει μαζί του για πλήθος θεμάτων. Με χαρά σας παρουσιάζουμε ό,τι ειπώθηκε μεταξύ μας, σε μία μεγάλη σε έκταση και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη, που διαβάζεται ευχάριστα, από την πρώτη μέχρι την τελευταία γραμμή!

 από τον Δημήτρη Ζαχαρόπουλο


Γεια σας, κύριε Ριχάρδο, εγώ σας έμαθα σαν ραδιοφωνικό παραγωγό στον Capital παλιότερα, και σήμερα έχετε το site rockmachine.gr

Ναι, σωστά.

Γενικότερα είστε ένας άνθρωπος της μουσικής. Πότε ξεκινήσατε να ακούτε μουσική;

Από παιδάκι! Είχα βρει δίσκους, που είχε σπίτι ο αδερφός μου, που είναι μεγαλύτερος από εμένα. Μιλάμε για τα τέλη της δεκαετίας του ’60. Δίσκοι γαλλικοί, μικροί δίσκοι, γαλλικά, ιταλικά τραγούδια. Με τα χρόνια εγώ το προχώρησα, και πέρασα στο rock, στο αγγλικό στυλ. Ξεκίνησα, όμως, με αυτά, που βρήκα σπίτι μου.

Μόνο αγγλικό στυλ ή και αμερικάνικο;

Τα πάντα! Ό,τι ακουγόταν τότε.

Οι πρώτοι σας μουσικοί ήρωες ποιοι ήταν;  

Τα πρώτα πράγματα, που μου άρεσαν, ήταν πράγματα της εποχής, ξέρεις, Βίκυ Λέανδρος, Ντέμης Ρούσσος, Sweet, Slade, ξέπεσε και κάποιο “Paranoid” (Black Sabbath) τότε, κάπου το είχα ακούσει. Τότε μού τα έγραφε σε κασσέτες ένα κατάστημα δίσκων, που βρισκόταν στην οδό Λευκωσίας, στην Πλατεία Αμερικής. Τα είχα σε κασσέτες, είχα ένα κασσετόφωνο Grundig, με χειρολαβή, είχε και ξύλινη επιφάνεια απ’ έξω, για το οποίο ήμουν πολύ περήφανος, ήταν φοβερό! Στο μυαλό μου, βέβαια! Ξαφνικά, μια μέρα, ενώ συνέχιζα να αγοράζω κασσέτες, είχα και το “Aqualung” (Jethro Tull), από το σπίτι απέναντι από το σπίτι μας, εγώ έμενα Πολυμήτου και Φυλής, απέναντι από το σπίτι μου έμενε ένας φίλος, που ήταν μεγαλύτερός μου, ο Κωστής,  που μία καλοκαιρινή ημέρα είχε τα παράθυρα ανοικτά και έπαιζε ένα κομμάτι, στο οποίο δεν είχα ακούσει ποτέ όμοια στριγγλιά. Θυμάμαι κατέβηκα, πήγα σπίτι του και τον ρωτάω «τι είναι αυτό;»! Ήταν ένας μικρός δίσκος με ένα κίτρινο label, ήταν το “Speed King” των Deep Purple. Αυτό άλλαξε την ζωή μου.

Έτσι μπήκατε στον κόσμο του rock/hard rock.     

Ναι, αμέσως μετά ήταν οι Uriah Heep και το “Easy Livin’”, που ήταν επίσης για εμένα ένα πολύ δυνατό χαστούκι, και μετά τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους. Τα πράγματα, που ακούγαμε την εποχή εκείνη, ήταν οι Led Zeppelin, οι Deep Purple, οι Doors, οι Jethro Tull, οι Pink Floyd, σιγά σιγά όλα αυτά έγιναν μέρος της ζωής μου και του πολιτισμού μου. Διότι αυτό δεν είναι κουλτούρα, είναι πολιτισμός!

Εξ όσων γνωρίζω, είστε μεγάλος fan του progressive rock!

Κοίτα, εγώ το έζησα και ίσως να ήμουν πολύ τυχερός … αλλά και οι νέοι είναι πολύ τυχεροί, διότι ζουν τα δικά τους, κάθε γενιά ζει τα δικά της πράγματα και είναι τυχερή γι’ αυτά, αρκεί να τα απολαμβάνει! Να σου εξηγήσω, λοιπόν, ότι τότε το progressive είχε αρχισει το ’71, το ’72, είχε αρχίσει να αναπτύσσεται και να γιγαντώνεται, δηλαδή, όταν βγήκε το “Thick As a Brick” (Jethro Tull), που το ομότιτλο κομμάτι κάλυπτε μια πλευρά δίσκου ολόκληρη, όταν βγήκαν τα συγκροτήματα αυτά, ήταν ένας πρωτόγνωρος ήχος, δεν είχαμε ξαναακούσει κάτι τέτοιο. Ναι μεν υπήρχε το “Paranoid”, υπήρχαν οι Black Sabbath, υπήρχαν όλα αυτά, αλλά τέτοιος ήχος δεν είχε ξανακουστεί, ήταν πολύ διαφορετικός! Θυμάμαι ότι τους Pink Floyd και το “Meddle” και το “Atom Heart Mother” τα έμαθα στην έκτη Γυμνασίου, 17 ετών πια, μεγάλος, και πολύ δύσκολα, διότι δεν ήταν κάτι ευκολοχώνευτο. Το “Aqualung” το ακούς και σού αρέσει, το “Easy Livin’” το ακούς και σού αρέσει, αυτό δεν το ακούς και σού αρέσει, είναι δύσκολο! Πρέπει να κάτσεις και να καταλάβεις τι είναι … να σού πω κάτι, για να μην λέμε παλικαριές, καθώς σήμερα τα κρίνουμε όλα με τα σημερινά δεδομένα, μιλάμε για μια εποχή, που ήταν πριν 50 χρόνια, πριν 55 χρόνια! Μιλάμε για άλλον αιώνα! Μιλάμε για μη ύπαρξη της ψηφιακής τεχνολογίας, για λογικές εντελώς διαφορετικές απ’ ό,τι σήμερα! Κανένας άνθρωπος, που το διαβάζει και είναι σήμερα 30, 40 ετών, και 50 ετών, δεν μπορεί να αντιληφθεί τι ήταν τότε! Λέμε για άλλα πράγματα, δεν είναι κάτι τόσο εφικτό. Με μηδέν ενημέρωση, ή ελάχιστη, μόνον η εκπομπή του Γιάννη Πετρίδη στο Πρώτο Πρόγραμμα υπήρχε, μόνο ό,τι έπαιζε αυτός, απ’ αυτά ακούγαμε! Και κάποιοι που έμεναν στα Νότια Προάστια, μέχρι το Κέντρο, μέχρι το Παγκράτι, ενημερωνόντουσαν από τον Αμερικάνο, τον Αμερικάνικο σταθμό της Βάσης, ο οποίος έκανε εξαιρετικές εκπομπές, εγώ ας πούμε στα Πατήσια δεν τον έπιανα. Αυτός έπιανε τοπικά, εκεί γύρω και έως το Παγκράτι.

Επαγγελματικά με την μουσική πότε και πώς αρχίσατε να ασχολείστε;

Κοίτα, είναι μια μεγαλούτσικη απάντηση … Ακούγοντας την εκπομπή του Γιάννη του Πετρίδη και απαντώντας στις ερωτήσεις που έκανε, με κάλεσε μια μέρα στην εκπομπή του, μαζί με έναν μετέπειτα φίλο μου και συνεργάτη, τον Δημήτρη Γιαρμενίτη, ο οποίος έγινε και διευθυντής της Sony, και κάναμε μια εκπομπή, στην οποία εγώ υποστήριζα τους Steve Miller Band και ο Δημήτρης τους Fleetwood Mac. Εγώ το είχα πάρει και λίγο φανατικά το πράγμα, εντάξει, ήταν και ανώριμο αυτό! Εγώ ήμουν φανατικός του Steve Miller και ο Δημήτρης των Fleetwood Mac, χαχα! Άσε που τότε δεν ήξερα την blues καταβολή των Fleetwood Mac, χαχα! Γνωρίστηκα έτσι με τον Γιάννη και τον Κώστα Σγουρή, οι οποίοι τότε έβγαλαν το «Ποπ και Ροκ», και μου είπαν, «Εμείς θέλουμε να κάνουμε ένα chart …», ίσως και να το κυκλοφορούσαν ήδη, διότι είχε βγει το «Ποπ και Ροκ» τότε. Τότε δεν υπήρχε επίσημο chart στην Ελλάδα, κατάλογος επιτυχιών δίσκων, πωλήσεων. Για διάφορους λόγους, μικροαστικούς, οι εταιρείες δίσκων δεν έδιναν τις πωλήσεις. Τι έκανε, λοιπόν, ο Γιάννης; Μάζεψε καμιά δεκαριά, σαν εμένα, φανατικούς, και χώρισε την Αθήνα, την Θεσσαλονίκη και την Πάτρα σε περιοχές και είπε, «Εσύ Αλέξανδρε, αφού μένεις στα Πατήσια, θα πηγαίνεις και θα βλέπεις αυτά τα δεκαπέντε καταστήματα». Τότε, κάθε γειτονιά είχε από ένα κατάστημα δίσκων, είναι ασύλληπτο αυτό! Να θυμίσω στους λίγο πιο μικρούς ότι κάτι αντίστοιχο γινόταν με τα video club! Εκεί, λοιπόν, πήγαινα εγώ και τι έκανα; Είχα ένα χαρτί και ο καταστηματάρχης, με πολύ καλή διάθεση, έγραφε με μια σειρά προτεραιότητας, όση μπορεί να είχε, τι πωλούσε εκείνον τον μήνα πρώτο, άλφα, βήτα, γάμμα, δέλτα … έβγαζε έτσι μία κατάσταση δέκα δίσκων και εγώ την πήγαινα στα παιδιά, εκ των οποίων το πρώτο το βαθμολογούσαν με δέκα, το δεύτερο με εννιά, και έβγαινε έτσι ένα ενδεικτικό chart. To πρώτο δέκα, εννιά, οκτώ, το τελευταίο με ένα. Το chart αυτό ήταν αληθοφανές, διότι στηριζόταν στην καλή διάθεση των καταστηματαρχών, στα πολλά καταστήματα που βλέπαμε. Ας πούμε εγώ μόνο, επειδή γούσταρα, πήγαινα σε δεκαπέντε! Και κέντρο μιλάμε κιόλας, Πατήσια, που είναι και πολλές οι πωλήσεις! Ο Δημήτρης ας πούμε έβλεπε Παγκράτι, απ’ ό,τι θυμάμαι, που είναι επίσης πολύ δυνατή περιοχή, Αμπελόκηποι, Παγκράτι. Και οι άνθρωποι, που πήγαιναν εκεί, έκαναν καλή δουλειά. Έτσι έβγαινε ένα ενδεικτικό chart, ελληνικό και ξένο, που δημοσιευόταν στο «Ποπ και Ροκ». Αν πάρεις τα παλιά τεύχη, θα το δεις μέσα. Το οποίο έγινε έπειτα επίσημο, αν δεν απατώμαι, το 1990, η IFPI. Πέρασαν δώδεκα ολόκληρα χρόνια και η χώρα δεν είχε chart! Το chart, ας πούμε το chart του περιοδικού Billboard, είναι εργαλείο, δεν είναι βαυκαλισμός, ότι εγώ είμαι πρώτος και εσύ είσαι δεύτερος. Αυτός, που είναι στο νούμερο πέντε, θα πει στα καταστήματα δίσκων, «Κύριε, εγώ είμαι στο νούμερο πέντε, τρέξτε, βγάλτε το δίσκο, φέρτε κι άλλους, πουλήστε!». Αυτό είναι το chart και εμείς εδώ φοβόμαστε να το βγάλουμε, επειδή κάποιος είναι στο νούμερο ένα κι άλλος στο νούμερο δύο, κι εγώ «γιατί είμαι τρίτος κι όχι δεύτερος»! Μικροαστισμός. Έτσι γνωρίστηκα με τον Γιάννη, άρχισα να γράφω κάποια κείμενα στο «Ποπ και Ροκ», κυρίως μεταφράσεις και γνωρίστηκα με τους ανθρώπους της CBS.

Μεταφράζατε ξένα κείμενα;

Ναι, από ξένα περιοδικά. Η πρώτη μετάφραση, που είχα γράψει, ήταν Kate Bush. Άρτζι μπούρτζι και λουλάς είχα γράψει! Άλλα αντ’ άλλων, χαχα, δεν μου αρέσει και η Kate Bush, δεν είναι το στιλ μου! Κάποια δικά μου, κάποια που νόμιζα ότι είχα διαβάσει! Όσοι το διάβασαν, βοήθεια οι άνθρωποι, θα πάθανε πλάκα! Τέλος πάντων, για να μην τα πολυλογώ, έτσι γνωρίστηκα με τον Μίλτο Καρατζά, τότε διευθυντή marketing στην CBS, και μαζί με τον Δημήτρη προσληφθήκαμε part time, Τρίτη και Πέμπτη, να πηγαίνουμε στην εταιρεία. Τι κάναμε; Προώθηση στα clubs. Tότε υπήρχαν δεκάδες ντισκοτέκ, δεκάδες! Το Παγκράτι είχε τρεις, μόνο αυτό σου λέω. Και οι ντισκοτέκ τότε έπαιζαν disco. Κοίτα, όταν δουλεύεις σε δισκογραφική εταιρεία, και γενικά όπου κι αν δουλέψεις, πρέπει το μυαλό σου να είναι 360 μοίρες, ούτε καν 180! Αν πεις «εγώ, παιδιά είμαι καλός στα rock, στα jazz», είσαι μικρός. Πρέπει το μυαλό σου να δουλεύει και για dance, και για jazz, και για blues, και για κλασική μουσική, για όλα! Εγώ που είμαι ένας rock fan, είμαι 66 χρονών και η ζωή μου σήμερα είναι εντελώς rock. Το λέω σαν πολιτισμό, πρόσεχε, μην με παρεξηγήσεις. Ο πολιτισμός μου είναι rock εμένα. Κι όμως, εγώ έχω κάνει καμπάνιες jazz, κλασικής μουσικής … Είχαμε βγάλει μια σειρά δίσκων στην CBS τότε, δεν θυμάμαι καλά πώς λεγόταν, δεν θυμάμαι αν τα είχα κρατήσει και σπίτι μου αυτά, ήταν κάτι «classic jazz» απ’ έξω, μια εφημερίδα, τύπου εφημερίδας το εξώφυλλο. Πολλές εκδόσεις τέτοιες, Beethoven, Liszt κλπ. Τα έβγαλα στις εφημερίδες, είχαμε εφημερίδες τότε, και πουλούσαμε απ’ όλα αυτά, σε πολλούς τίτλους, τετρακόσια και πεντακόσια κομμάτια. Τότε υπήρχαν καταστήματα, η Philodisc, κάπου στο κέντρο της Αθήνας, που πούλαγε μόνο κλασική μουσική … Πήγα στην Αγγλία πριν μία δεκαετία. Από μεταχειρισμένα μηδέν. Ή πανάκριβα ή μηδέν. Επειδή έχω πάει πάρα πολλές φορές στην Αγγλία, την δισκοθήκη μου την έχω φέρει από εκεί – να σου πω, είχα πάει εκεί κάποτε με την μητέρα μου, πριν πεθάνει, το 1986, είχε καρκίνο στους λεμφαδένες, ήταν στο νοσοκομείο και εγώ πήγα στο Noting Hill Gate, τα ήξερα όλα τα καταστήματα μεταχειρισμένων δίσκων απ’ έξω, και αγόρασα εκατό δίσκους, μπορεί και εκατόν είκοσι δίσκους, τους οποίους έφερα στην Ελλάδα χωρίς φορτωτική! Ίσως επειδή είχαμε πάει στο Λονδίνο και εγώ και η μητέρα μου και η θεία μου και τα «έσπασα» και τα «πέρασα» έτσι, ήταν και η μητέρα μου χάλια, νομίζω ότι την φέραμε σε αναπηρικό καροτσάκι, οπότε μπορεί να περάσαμε και έτσι. Γιατί τα λέω όλα αυτά; Ήταν τόσοι πολλοί οι δίσκοι, που δεν μπορούσα να τους κουβαλήσω, είχα εξαντληθεί από την κούραση και την ορθοστασία, φορούσα κάτι Timberland, που ήταν της μόδας τότε, και τα είχα βγάλει! Από την κούραση! … Πάω, λοιπόν, πριν δέκα χρόνια, πουθενά τα καταστήματα! «Ρε, πού είναι αυτό το υπόγειο;! Ρε, πού είναι εκείνο;!». Ήταν ένα μεγάλο κατάστημα από αυτά, μία αλυσίδα, κοιτάω, μεγάλο μαγαζί, με μία βιτρίνα φωτεινή, έλεγε “Classical”. Λέω να πάω να ρωτήσω, ήταν ένα μαγαζί ισόγειο, μεγάλο, μιλάμε για 100-150 τετραγωνικά μέτρα, μπαίνω μέσα, ρωτάω «Έχετε δίσκους rock;» και μου λένε «Όχι, εμείς έχουμε μόνο κλασική μουσική», «Εντάξει λέω εγώ», είχε μέσα 30.000 δίσκους, γεμάτο, και έπιασα κουβάντα με αυτόν και τον ρωτάω, «Τους αγοράζουν, τι κάνουν;». Και μου λέει, «Κοίταξε να σου πω κάτι, οι ίδιοι που μου τους πουλήσανε και τα πήραν σε CD, έρχονται τώρα και τα ξαναγοράζουν, δεν τα θέλουν τα CD! Γνωριζόμαστε με τους πελάτες, οι ίδιοι τα ξαναδίνουν πίσω, μου φέρνουν τα CD και παίρνουν τους δίσκους!».

Ωραία, πάμε πίσω στις διάφορες δουλειές, που κάνατε.

Ναι, όταν ξεκίνησα να εργάζομαι για τη μουσική, είχα μεγάλη αγάπη για την δουλειά, κι εγώ κι ο Δημήτρης ο Γιαρμενίτης. Δουλεύαμε όλη την εβδομάδα, ενώ πληρωνόμασταν στην αρχή για μικρότερο ωράριο. Αμέσως, όμως, η εταιρεία και ο Μίλτος μας έκαναν πρόσληψη. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να πούμε ότι τότε ήταν διαφορετικά τα πράγματα, ήταν η μέρα με την νύχτα. Τότε υπήρχαν δεκάδες ντισκοτέκ. Τι κάναμε; Αυτό που κάνει ένας πλασιέ! Παίρναμε το αμάξι και τους δίσκους και τα δίναμε, τους λέγαμε «Παίξ’ το , παίξ’ το!», «Γιατί δεν το παίζεις, καθόμαστε!». Μανία, τρέλα! Επειδή περάσαμε τις εξετάσεις, εγώ έγινα press officer, έτσι λεγόταν η δουλειά, που έκανα. Ο Δημήτρης έκανε τηλεόραση, σε εκπομπές του Γκούκη και του Κώστα Σγόντζου, στην ΕΡΤ3 της Θεσσαλονίκης, έκανε κι ερασιτεχνικούς σταθμούς. Τότε η ραδιοφωνία είχε τα τρία προγράμματα, πρώτο, δεύτερο, τρίτο, δεν έπαιζαν rock, κι αν έπαιζαν, κανά ξώφαλτσο, μόνο ο Γιάννης ο Πετρίδης έπαιζε … Η ΕΡΤ είχε εγκληματίσει. Τότε στην Ελλάδα αρέσανε, και καλά κάνανε, ο Κοντολάζος, ο Αντύπας, η Δημητρίου, ο Διονυσίου, όλοι οι λαϊκοί, αλλά δεν τους παίζανε, από αντίδραση, μόνο έντεχνα! Πού να ακούσουν μπουζούκι! Και τι υπήρχαν τότε; Οι σταθμοί ΑΜ, στα μεσαία, οι οποίοι έπαιζαν λαϊκά, γύρναγες στα μεσαία, τότε ήταν χωρισμένα, μεσαία και FM, και έπαιζαν λαϊκά, όλοι αυτά ακούγανε! Οι rock σταθμοί και οι χορευτικοί, οι ξένου ρεπερτορίου θα τους πούμε, ήταν στα FM, οι οποίοι σταθμοί ήταν κυρίως από παιδιά, που φοιτούσαν σε σχολές ηλεκτρονικών, όπως λέγαμε τότε, όχι ηλεκτρολόγων, οι οποίοι έστηναν σταθμό και για να δούνε τις δυνατότητες επιτυχίας τους – μίλαγαν με έναν άλλον, που ήταν ας πούμε στο Φάληρο, και τον ρώταγαν, «Με λαμβάνεις; Πόσο με λαμβάνεις; Τι σήμα έχω;» … Τότε, λοιπόν, επειδή είχαμε το κατάλοιπο της επταετίας, ότι δήθεν εξέπεμπαν χωρίς άδεια, ότι μετέδιδαν μηνύματα, που δεν θα έπρεπε, τους κυνήγαγαν … κι όταν λέω τους κυνήγαγαν, εννοώ ότι έρχονταν στα σπίτια τους, τους κάτεσχαν μηχανήματα, τους κάτεσχαν το τραπέζι και ό,τι ακουμπούσε στο τραπέζι από κάτω, και το χαλί ακόμη! Απίστευτο!

Ναι, απίστευτο!

Και εγώ, όταν μου το είπαν, δεν το πίστευα! Άνευ λόγου τώρα! Βέβαια όλοι αυτοί εξέπεμπαν νύχτα, πού να τολμήσουν να παίξουν το πρωί, μετά τις 11 μ.μ., αλλά και πόσοι να ακούσουν την νύχτα! Σταδιακά αυτό σταμάτησε, και άρχισε να πηγαίνει 10 μ.μ., 9 μ.μ. … Από ποιους αποτελείται η αστυνομία; Από ανθρώπους σαν εσένα και εμένα. Από παιδιά, εικοσιπεντάρηδες, τριαντάρηδες! Τι ακούνε αυτοί; Ή λαϊκά ή rock! Ήταν η εποχή του rock τότε. Οπότε τα παιδιά αυτά ακούγανε! Υπήρχαν περιπτώσεις, εγώ έπαιζα τότε στο Star Radio, που μας έπαιρναν τηλέφωνο και μας έλεγαν, «Παιδιά, μην ανησυχείτε, είμαι ο Αξιωματικός Υπηρεσίας! Μπράβο, συνεχίστε! Δεν έχετε κανένα πρόβλημα!».

Star Radio λεγόταν ο σταθμός που ήσασταν;

Ναι, στο Star Radio ήμουν, το οποίο βρισκόταν στους Θρακομακεδόνες, κάπου μέσα στην Λεωφόρο Καραμανλή. Τα FM, διότι εγώ δεν έχω γνώσεις τέτοιες, μού εξήγησαν ότι βλέπουν τηλεσκοπικά. Όσο πιο ψηλά είναι η κεραία, τόσο πιο καλό σήμα έχει. Αν ένας εκπέμπει από τον Υμηττό, πιάνει όλη την Αθηνα. Όταν είσαι σε γούβα, δεν έχεις καλό σήμα. Το Star Radio ήταν σε ύψωμα και έφτανε ως τον Πόρο και την Αίγινα. Τον έπαιρναν και τηλέφωνο, διότι από ένα σημείο και μετά, όλοι είχαν ξεθαρρέψει και έδιναν και τηλέφωνο. Υπήρξαν πολλοί σταθμοί, που ήταν εξαιρετικής ποιότητας, καλύτεροι από την ΕΡΤ, δύο και τρεις φορές! Θα σού πω ένα περισταστικό. Τότε εμείς στην CBS είχαμε τη διανομή και της A&M Records, μιας εταιρείας, που είχαν φτιάξει ο Herb Alpert και ο Jerry Moss – ο Αlpert ήταν νούμερο ένα, διάσημος τρομπετίστας, jazz-ίστας, αν τον ψάξεις, θα τον βρεις, είχε βγάλει ένα πολύ γνωστό κομμάτι, μεγάλη hit-άρα! Ο Moss ήταν δισκογράφος. H Α&Μ είχε τότε τον Andreas Vollenweider, που έπαιζε άρπα, τον Bryan Adams, τον Chris De Burgh, είχε πάρα πολλά πράγματα, τα δουλέψαμε αυτά, αλλά, ξαφνικά, μία μέρα την A&M την αγόρασε η Polygram και έτσι την αποχαιρετίσαμε. Μεγάλη κατάθλιψη, έτσι; Πήγαινα στην δουλειά για μια εβδομάδα με βαριά καρδιά … Πρώτη συναυλία Bryan Adams! Εμείς τι κάναμε τότε; Το υλικό, που είχαμε, το δίναμε στους ερασιτέχνες, οι οποίοι το παίζανε. Οι ερασιτέχνες έκαναν τρεις φορές καλύτερη εκπομπή απ’ ό,τι έκαναν της ΕΡΤ! Μεταξύ αυτών και ο Μιχάλης ο Τσαουσόπουλος. Πρώτη συναυλία Bryan Adams, γήπεδο Ριζούπολης, είχε εμφανισθεί αυτός με άσπρο πουκάμισο, χαμός! Τον βλέπω προς το τέλος, τα έχει δώσει όλα, ο άνθρωπος χτυπιόταν. Τελειώνει η συναυλία, ο Adams δεν άνηκε σε εμάς, άνηκε στην Polygram, επειδή, όμως, εγώ γνώριζα τις κοπέλες, ήταν δύο αδελφές, που έκαναν την διοργάνωση, ήταν στην Half Note του Νίκου Σαχπασίδη, ο οποίος πέθανε από καρκίνο, τον διέλυσε ο καρκίνος τον άνθρωπο. Μού λένε αυτές, «Αλέξανδρε, θες να μπεις στα παρασκήνια;». Τα παρασκήνια ήταν τα αποδυτήρια, αφού ήμασταν στο γήπεδο του Απόλλωνα Αθηνών. Ανοίγει η πόρτα, τα κιγκλιδώματα, μπαίνω εγώ, πάμε εκεί, έχει φύγει ο κόσμος, περνάμε μέσα από το γήπεδο και πάμε στα αποδυτήρια … ο Bryan Adams, γυμνός από την μέση και πάνω, ήταν παπί στον ιδρώτα και είχε βγάλει το πουκάμισό του – πού να ήξερα να το αρπάξω, να το κρατήσω αναμνηστικό! Ήταν ενθουσιασμένος, μπαίνει μέσα ο Νίκος Μουρατίδης, υπεύθυνος ξένου ρεπερτορίου στην Polygram! Με το που ο Bryan Adams βλέπει τον Νίκο, τον πιάνει και τον αρχίζει στα φιλιά! Φιλιά, φιλιά! Τι έγινε ρε παιδιά, σκέφτηκα! «Αυτοί ξέρουν τα τραγούδια μου, ξέρουν τους στίχους», έλεγε ο Adams! Νόμιζε ότι είμαστε κάποιοι. Την δουλειά, βέβαια, ποιος την είχε κάνει; Οι ερασιτεχνικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί! Δεν λέω για εμένα, προς Θεού, μην με παρεξηγήσεις! Αυτοί είχαν κάνει την δουλειά, έπαιζαν τις επιτυχίες του τότε, την μία μετά την άλλη, το “Reckless”, το “Cuts Like a Knife”, όλη την νύχτα το ραδιόφωνο έπαιζε Bryan Adams! Δεν υπήρχε Spotify και τέτοια, δεν μπορούσαμε να βρούμε τους στίχους, ό,τι φανταζόμασταν εμείς λέγαμε! Να είμαστε ειλικρινείς! Κι όμως, τραγούδαγε όλο το πέταλο! Είχε τρελαθεί ο άνθρωπος. Αυτοί ήταν οι ερασιτεχνικοί σταθμοί.

Σε ποιες εταιρείες εργαστήκατε;

Όπως είπα και πριν, ξεκίνησα στην CBS, αρχικά part time και έπειτα press officer, μετά πήγα στην BMG υπεύθυνος ξένου ρεπερτορίου, και έπειτα στην Λύρα ως υπεύθυνος marketing, η οποία Λύρα είχε μόνο ελληνικό ρεπερτόριο.

Πάμε και πάλι στο ραδιόφωνο. Πότε ξεκινήσατε ως ραδιοφωνικός παραγωγός;

 Ξεκίνησα σε ερασιτεχνικούς σταθμούς, πρέπει να ήταν το 1981. Ανάμεσα στα παιδιά που έκαναν τους ραδιοφωνικούς σταθμούς, ήταν κι ο Γιάννης Κονταρίνης, στον οποίο είχα πάει πρώτα, ο σταθμός ήταν στο σπίτι του, στα Σεπόλια, κοντά στο δικό μου σπίτι. Τι γινόταν; Όλοι αυτοί έπρεπε κάθε μέρα, από τις 10 μ.μ., 11 μ.μ, να κάνουν εκπομπή ως τις 2 τα ξημερώματα. Εντάξει, δεν μπορούσε να γίνεται κάθε μέρα αυτό! Μας έλεγαν, «Ρε μεγάλε, δεν έρχεσαι και εσύ καμιά φορά να παίξεις λίγη μουσική, να κοιμηθούμε κι εμείς λιγάκι»! Έτσι ξεκίνησα να παίζω κι εγώ, έπαιζα heavy metal. Επειδή μού άρεσε πολύ, μού έλεγαν να πάω να παίξω κι εγώ τα πράγματα, που ξέρω. Έκανα κάποιες εκπομπές στον Γιάννη, μετά πήγα στον Star Radio, όπου έκανα μόνιμη εκπομπή heavy metal. Υπάρχουν άνθρωποι, ακόμη και σήμερα, που μου λένε, «Σε έχουμε ακούσει». Κι άκου το εξής. 1991, είμαι με μία παρέα στην Αμοργό, ξυπνάμε 6 η ώρα το πρωί και παίρνουμε ένα καράβι, που πήγαινε, νομίζω Κουφονήσια, σε κάποιο άλλο νησί τέλος πάντων, και έφευγε 7 η ώρα. Είχε φοβερή θαλασσοταραχή, λέω «εγώ παιδιά, δεν πρόκειται να συνεχίσω, δεν μπορώ, θα κάνω εμετό!». Σκέφτηκα να κατέβω σε μία άλλη πόλη της Αμοργού, τελικά 7.30, 8 παρά τέταρτο, κατεβήκαμε εκεί όλοι, όλοι είχαμε κουραστεί. Τέτοια ώρα, όμως, πού να πάς; Για μπάνιο; Πού; Είδαμε ένα παντοπωλείο, το οποίο ήταν και καφενείο, μιλάμε για μία κατάσταση, που σου θύμιζε Ελλάδα του 1960! Και ήταν 1990! Πάμε καθόμαστε εκεί, παραγγείλαμε από έναν καφέ, καμία ομελέττα να φάμε. Εμένα είχε πεθάνει η μητέρα μου, είχα μία αγαπημένη θεία και σκέφτηκα να την πάρω τηλέφωνο να δω τι κάνει. Ρωτάω, «πού έχετε τηλέφωνο;», μού λένε εκεί. Πάω, παίρνω τηλέφωνο και τι βλεπω; Μία στοίβα από κασσέτες … είχαν όλες τις εκπομπές μου ηχογραφημένες σε κασσέτες!! Έλεγε «Ριχάρδος τάδε, Ριχάρδος τάδε»!!! (γέλια) Λέω «Τι είναι αυτά εδώ;». Και μου λέει «Είναι του γιού μου»! Δεν θα το ξεχάσω ποτέ!

Στα FM μετά, πώς συνεχίσατε;                   

Κοίτα, μιλάμε για μια εποχή, που συνέβησαν δύο πράγματα. Αφ’ ενός είχα την προϊστορία να κάνω εκπομπές στους ερασιτεχνικούς σταθμούς, άρα είχα αποκτήσει εμπειρία, κι από μόνος μου είχα αέρα, και αφ’ ετέρου, εργαζόμενος σε εταιρεία δίσκων, είχαμε την πληροφορία. Δυστυχώς τότε δεν ήταν, όπως είναι σήμερα, που μπαίνεις σε κάποιο site και την πληροφορία την έχεις πρώτα εσύ και τελευταία η εταιρεία δίσκων. Ήταν ανάποδα, δεν υπήρχε πληροφόρηση. Εγώ έπαιρνα όλον τον όγκο των πληροφοριών, όχι μόνο των δικών μου, αλλά, λόγω περιοδικών και λόγω Billboard, όλων των πληροφοριών. Έτσι, όταν ξεκίνησε το Κανάλι Ένα του Πειραιά, είχα μία πολύ καλή οικονομική προσφορά και πήγα εκεί σαν υπεύθυνος ροής. Έμεινα ένα διάστημα στο Κανάλι Ένα, τραγική κατάσταση, ξαναγυρνάω στην CBS τρέχοντας, ξεκινάει ο Αντένα και με παίρνει τηλέφωνο ο Μιχάλης ο Τσαουσόπουλος. Μού λέει, «Θέλεις να έρθεις;», και πήγα. Έπαιζα στον Αντένα, το ραδιόφωνο του οποίου δεν υπάρχει σήμερα, δύο ώρες την εβδομάδα, έπαιζα Kreator, Flames, Nigel Fox, (γέλια) … ιστορικές εποχές!

Σαν συντάκτης σε περιοδικά, πέρα από το «Ποπ και Ροκ», πού εργαστήκατε;

 Αρχικά ήμουν στο «Ποπ και Ροκ» για ένα διάστημα, κυρίως μεταφράσεις έγραφα, αλλά τότε ξεκίνησε μία έκδοση του «Ποπ και Ροκ», που λεγόταν «18», ήταν μία μουσική εφημερίδα, η οποία έβγαινε κάθε δεκαπέντε μέρες και έγραφα εκεί, κανονικά, συνεντεύξεις, άρθρα. Μετά πήγα στο «Μουσικό Εξπρές», κι αυτό δεκαπένθήμερο, ήταν περιοδικό/εφημερίδα. Έπειτα, έγραψα στο «Φαινόμενα», ένα περιοδικό, που έβγαλε μόνον πέντε τεύχη, μετά στο Metal Hammer για πάρα πολλά χρόνια, μετά σταμάτησα να γράφω. Από το 2017 γράφω στο rockmachine.gr

Για πες μου για το Rock Machine, νομίζω ξεκίνησε σαν ραδιόφωνο.

Ναι, ξεκίνησε σαν web radio. Είναι κάτι, που είχαμε στο μυαλό μας με τον Γιάννη Δόλλα, που έχει τώρα το Rock Pages, και τον Γιώργο Ανοσοντζή, που έχει αποχωρήσει πια. Εγώ τους πήρα τηλέφωνο και τους το πρότεινα, μιλάμε τώρα για το έτος 2007. Τότε σε πολλά σπίτια το internet ήταν με καλώδια, έβγαζες το τηλέφωνο κι έβαζες το modem, απίστευτο! Αν το πεις αυτό σήμερα σε κάποιον, θα σε πάρει με τις πέτρες! Θέλαμε να κάνουμε έναν rock σταθμό. Η αρχική ιδέα ήταν να μη γίνει με link από το σπίτι του καθενός, αλλά να έχουμε μία βάση, για να έχει μία δομή. Άλλες φορές μετάνιωσα γι’ αυτό, άλλες φορές δεν μετάνιωσα. Μάλλον, τελικά, ήταν η σωστή λύση. Μπορεί να ακούγεται κουραστικό, πρέπει κάθε φορά να σηκώνεσαι να έρχεσαι στου Παπάγου, αλλά ήταν μία πολύ καλή επιλογή. Είχε το δέσιμο… ο Rock Machine έπαιζε 24 ώρες, με τα προβλήματα, που είχαμε … Ένα πρόβλημα, που αντιμετωπίσαμε, ήταν τα καλώδια του σπιτιού, ήταν απαρχαιωμένα, έπρεπε να αλλάξουν όλα. Τα αλλάξαμε! Στην αρχή είχαμε πολλά προβλήματα, αλλά μετά το πράγμα έτρεχε. Έκανα το λάθος να πέσω με τα μούτρα, όπως κάνω γενικά σε όλες μου τις ενασχολήσεις, πέφτω με τα μούτρα, πράγμα που με κούρασε. Κάθε μέρα εκπομπή, 6 με 8, τίναξα μπιέλες, που λέμε. Αποχώρησε ο Γιάννης, δεν άντεξα κι εγώ άλλο. Επειδή, όμως, μού αρέσει να ασχολούμαι και να δημιουργώ, κράτησα την ονομασία του Rock Machine και το έκανα site. Ο Ανοσοντζής είχε αποχωρήσει από την αρχή. Με όλους έχω εξαιρετική σχέση… να σού πω εδώ, τι είναι το rockmachine.gr …. To rockmachine.gr είναι ένα site, που καταγράφει και παρουσιάζει την ιστορία του κλασικού rock. Αυτό το πράγμα τελείωσε, δεν τελειώνει! Τελείωσε, έχει λήξει. Όλοι οι ήρωές μας, με τον Α ή Β τρόπο, έχουν τελειώσει. Είτε από την φθορά του χρόνου είτε από την έλλειψη έμπνευσης. Στους Nazareth έχει μείνει ένας, στους Deep Purple έχουν μείνει τρεις, στους Wishbone Ash έχει μείνει ένας, όλοι αυτοί δεν είναι αυτό, που ήταν. Όμως, αυτό πρέπει να καταγραφεί. Θεωρώ ότι έχω καταγράψει με τον καλύτερο τρόπο όλες τις ιστορίες, όλη την δισκογραφία, όλα τα περιστατικά, όλους τους δίσκους, όλα τα γεγονότα, που συνέβησαν εκεί. Δεν στο κρύβω ότι στην αρχή υπήρχε πληθώρα, τώρα αρχίζει και τελειώνει λίγο. Πάντα αυτός είναι ο σκοπός του, καταγραφή και διάδοση του κλασικού rock.

Υπάρχουν καινούργιες μπάντες, που σας αρέσουν;

Όχι.

Οι Greta Van Fleet ας πούμε;

Όχι. Άκου να σου πω … τους ακούω, δεν τους αγοράζω. Δεν είναι για εμένα αυτό, που θα με κάνει στο κατάστημα δίσκων να το αγοράσω. Σέβομαι τη δουλειά τους, δεν μου θυμίζουν τόσο Led Zeppelin αυτοί … Οι Black Stone Cherry μού αρέσουν. Σίγουρα υπάρχουν συγκροτήματα, όχι όμως, που θα με κάνουν να αγοράσω τον δίσκο τους. Να σημειώσω ότι αγοράζω ακόμη δίσκους.

Παραγγέλνετε από το εξωτερικό;

Όχι, από εδώ.

Τι είναι για εσάς η μουσική;

Είναι ο πολιτισμός. Για μένα η μουσική δεν είναι μόνο ο τρόπος βιοπορισμού μου. Την σύνταξή μου την παίρνω από την εργασία, που έχω κάνει, είτε στα clubs είτε ας πούμε στο Compact Disc Club.

Για το Compact Disc Club δεν είπαμε!

Ναι, δούλεψα εκεί πριν την Λύρα. Η σειρά ήταν CBS, BMG, Compact Disc Club, Λύρα. Από το 1994 ως το 2000-2001, δούλεψα στο Compact Disc Club. Ήταν μία εταιρεία, που έφτιαχνε συλλογές. Εγώ τις έφτιαχνα. Όλο το κομμάτι αυτό το έχω κάνει εγώ. Επιλογές, κείμενα, όλα… Το telemarketing, όπως λέγεται, είναι ένας παγκόσμιος όρος, και στην Αμερική υπάρχει … Στο Compact Disc Club θα πρέπει να προσέξεις πόσο προσεγμένες ήταν οι επιλογές όσο και η κατασκευή του κουτιού. Όλα ήταν πολύ προσεγμένα, όλα ποιοτικά. Δεν ήταν τυχαία, άντε να βάλουμε πέντε πράγματα μέσα και δώσε στον κόσμο.

Τι είναι αυτό, που σας τράβηξε στο rock;

Νομίζω η έντασή του, το πάθος, που έβγαζε, δεν το έβγαζαν οι άλλοι αυτό, κάποιο άλλο είδος μουσικής! Εντάξει, μου αρέσουν τα χορευτικά κομμάτια, τα soul, παλιά ακούγαμε soul, ήταν άλλη εποχή, αλλά δεν είχανε αυτή τη δύναμη … Είναι και στον χαρακτήρα του ανθρώπου, είναι στον χαρακτήρα σου. Άλλοι σου λένε, «Αηδίες, τι είναι αυτά;!», εμένα αυτό με προσελκύει, η ένταση και η δύναμή του.

Έχοντας εργαστεί σε δισκογραφικές εταιρείες, θα ήθελα να μου πείτε για την μουσική βιομηχανία. Τα labels κοιτούν μόνο το κέρδος;

Τι να κοιτάξουν δηλαδή;! Να μην κοιτάξουν το κέρδος; Για πες μου, δηλαδή, ο ιδιοκτήτης ενός καταστήματος θα πει στους υπαλλήλους του, «Παιδιά, μην σας νοιάζει αν θα πάει καλά το μαγαζί, εγώ θα σας πληρώνω!». Καμία εταιρεία, σε κανένα μέρος του πλανήτη,  δεν είναι φιλανθρωπικό ίδρυμα. Όλοι έχουν σαν σκοπό το κέρδος, και πάνω σε αυτό βαδίζουν. Κάθε καλλιτέχνης, κάθε επιχειρηματίας, κοιτάει το συμφέρον του. Θα πρέπει κι οι καλλιτέχνες, πριν υπογράψουν τα συμβόλαια, να ψάξουν να δουν το συμφέρον τους. Να διαβάσουν το συμβόλαιο, τίποτα δεν είναι κρυφό, όλα εκεί είναι γραμμένα. Αυτοί δεν τα διαβάζουν! Κανείς δεν είναι κακός στην δισκογραφία. Πρέπει να είσαι προσεκτικός και σοβαρός εσύ ο ίδιος, που πάς να συνδιαλλαγείς! Πουλάς τη δουλειά σου, όπως πουλάει τη δουλειά του ο ταξιτζής,  ο οικοδόμος, ο γιατρός. Πουλάς τη δουλειά σου, θα πάρεις χρήματα πίσω, φρόντισε να είναι τα καλύτερα, που θα πάρεις! Τι είναι κακές οι εταιρείες δίσκων;! Φυσικά τώρα δεν μιλάμε για ακραίες περιπτώσεις.

Έχοντας υπάρξει μουσικός συντάκτης, πιστεύετε ότι είναι υποχρέωση του μουσικού συντάκτη/δημοσιογράφου να είναι αντικειμενικός και ειλικρινής;

Ναι, φυσικά. Ο δημοσιογράφος πρέπει να είναι και αντικειμενικός και υποκειμενικός. Γιατί το λέω αυτό. Αν δεν γράψεις τη γνώμη σου, δεν λέει τίποτα. Αν κάνεις μια παρουσίαση ενός δελτίου Τύπου, όλα είναι ωραία. Πρέπει να πεις «Δε λέει, δε λέει, βρε παιδί μου! Πώς να το κάνουμε τώρα!». Πρέπει να γράψεις την γνώμη σου, όποια κι αν είναι αυτή. Κι εγώ που έχω γράψει τη γνώμη μου σε περιοδικά, έχω γράψει λάθη. Έτσι είναι, είναι απαραίτητο να γράψεις την γνώμη σου. Κανείς δεν θέλει ουδέτερα και παθητικά, όλοι θέλουν να είσαι αντικειμενικός και λίγο αιχμηρός!

Έχετε γράψει και στην Athens Voice;

Όχι, όχι, απλά ξέρεις τι έγινε; Με είχε πάρει τηλέφωνο ο Δημήτρης, νομίζω Αθανασιάδης λέγεται, και μού ζήτησε να επαναπαρουσιάσει κάποια από τα άρθρα, που είχα γράψει. Έβαλε κάποια και σταμάτησε, δεν έγινε κάτι περισσότερο.

Στις εκποπμές σας στο ραδιόφωνο πώς επιλέγατε τα κομμάτια; Βάζατε αυτά, που σας έδιναν οι εταιρείες ή και τις δικές σας αγαπημένες επιλογές;

‘Όχι, καλέ! Όταν κάνεις εκπομπή, για να σε ακούσει ο κόσμος, πρέπει να παίζεις ωραία πράγματα. Το τι σού δίνουν οι άλλοι … Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να βάζεις αυτά, που μπορείς να υποστηρίξεις. Αν κάνω εκπομπή σήμερα και παίξω Duran Duran, ασ’ το! Αν παίξω Eloy, θα πω και δυο κουβέντες, θα σε κάνω να ενδιαφερθείς. Τους Duran Duran απλά θα τους βάλω να παίξουν, αυτό ήταν. Πρέπει αυτοί, που κάνουν εκπομπές, να επιλέγουν οι ίδιοι αυτά που μπορούν, αυτά, που τους αρέσουν. Και όταν κάνεις εκπομπή, δεν παίζεις μόνο για εσένα, παίζεις και για τους έξω.

Πάμε στο internet. Για εσάς τι είναι, πιο πολύ θετικό ή πιο πολύ αρνητικό;

Όλα έχουν τα αρνητικά τους και τα θετικά τους. ΟΚ, σήμερα ακούμε μουσική από το YouTube, παλαιότερα δεν ακούγαμε καθόλου! Παλιά δεν υπήρχε πληροφόρηση. Παλιά, 1978 με 1982, πήγαινα στο κέντρο της Αθήνας, στην Πανεπιστημίου, στο Music Corner, έβλεπα τους δίσκους, αλλά δεν τους αγόραζα, δεν ήξερα τι ήταν! Πού να αγοράσω δίσκους;! Η μόνη εκπομπή, που είχαμε τότε, ήταν του Γιάννη Πετρίδη, ο οποίος, αν έπαιζε ένα κομμάτι, θα πήγαινα να το πάρω. Σήμερα δεν είναι έτσι, μπαίνεις στο YouTube, το ακούς και λες την ιστορία! Πολύ θετικό!

Τι προτιμάτε, έντυπα περιοδικά ή online περιοδικά;

Τότε περιοδικά έντυπα, σήμερα περιοδικά online.

Κάποιοι των εντύπων, λένε ότι μόνο τα έντυπα είναι αληθινά.

Καθένας έχει την άποψή του.

Βινύλιο ή mp3;

Βινύλιο.

Έχετε μεγάλη συλλογή από βινύλια;

Ναι, τεράστια, για να είμαι ακριβής, έχω 14.246 δίσκους, όλους ταξινομημένους, τοποθετημένους, καθαρούς, σε εξαιρετική κατάσταση, βινύλια και CD μαζί. Είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό, που έχω φτιάξει, πολύ περήφανος.

Νοσταλγείτε την παλιά εποχή, όταν πρωτοξεκινήσατε να μαθαίνετε όλη αυτή την μουσική;

Ε, ναι, βέβαια, την νοσταλγώ, όχι όμως, με την έννοια «πόσο ωραία ήταν τότε και πόσο άσχημα είναι σήμερα»! Την νοσταλγώ με την καλή έννοια, σήμερα ζω το σήμερα. Να σου πω κάτι, όταν αγοράζω έναν δίσκο, δεν τον ακούω πριν στο YouTube. Πηγαίνω και τον παίρνω κι ας αποτύχω. Θέλω να έχω την λαχτάρα! Τώρα πήρα το καινούργιο Socrates. Δεν το άκουσα. Πήγα και το πήρα, απλά.

Αν ναυαγούσατε σε ένα νησί και είχατε τη δυνατότητα να πάρετε μαζί σας από την δισκοθήκη σας τρεις μόνο δίσκους, ποιοι θα ήταν αυτοί;

Θα έπαιρνα το “Spyglass Guest” των Greenslade, το “Demons & Wizards” των Uriah Heep και ή το “Machine Head” των Deep Purple ή το “Back in Black” των AC/DC.

Κατά την γνώμη σας, πότε μια rock μπάντα είναι πραγματικά progressive;

Κοίτα, για μένα το progressive, επειδή το έζησα στην γέννησή του, ήταν το διάστημα 1970 με 1975. Αυτό είναι, που βασίστηκε στις μεγαλεπίβολες, λαμπρές, βαρύγδουπες, κουραστικές ηχογραφήσεις με τους στίχους τους μεταφυσικούς, τους υπερβολικούς, όλα στην υπερβολή τους! Ήταν όμως έτσι, διότι πριν πέντε χρόνια είχαμε τα τραγουδάκια με τα «λαλαλαλα», και από την απλότητα, από τα δίλεπτα περάσαμε στα δεκαεπτάλεπτα! Κι από το 1976 και μετά, τα δεκαεπτάλεπτα ξαναέγιναν τρίλεπτα! Βλέπε το punk, το οποίο τους απέρριψε, τους έφτυσε. Οι Yes ήταν από τα μεγαλύτερα συγκροτήματα του progressive, με όλον αυτόν τον ογκώδη και βαρύγδουπο ήχο, και έφτασαν να πάνε στο Νο. 1 στην Αμερική με το “Owner of a Lonely Heart”, ένα dance κομμάτι! Όλα αλλάζουν …! Σέβομαι την μετεξέλιξη, μου αρέσει πολύ το τεχνικό metal, που το ξεκίνησαν οι Fates Warning, οι Queensrÿche, οι Crimson Glory, οι Hittman, όλες αυτές οι μπάντες, που το ανέπτυξαν. Δεν μού αρέσουν τα καινούργια progressive συγκροτήματα, από το 1995 και μετά, δεν βρήκα κανένα να έχει ενδιαφέρον. Υπάρχουν δεκάδες δίσκοι, διαβάζεις τις συνεντεύξεις τους και διαβάζεις φιλοσοφίες, τον Καστοριάδη διαβάζεις, χαχα! Αν τις διάβαζε ο Καστοριάδης, θα σου έλεγε «εγώ δεν είμαι φιλόσοφος, είμαι σερβιτόρος,  είμαι περιπτερούχος, σουβλάκια φτιάχνω!», χαχαχα! Παίρνεις τον δίσκο και λες, «Καλά, για αυτό το πράγμα μίλαγαν!» … Και τώρα, πολλές φορές, το πρωί, που ξυπνώ νωρίς, ακούω Procol Harum και Greenslade και Gentle Giant και Emerson, Lake and Palmer … όλα αυτά έχουν μία μαγεία. Εγώ δεν ξέρω μουσική, δεν είμαι μουσικός, δεν ξέρω νότες, όμως, όποτε τα βάζω, νιώθω μια κατάνυξη και μια ψυχική ανάταση. Είναι πεμπτουσία της μουσικής. Πεμπτουσία! Ναι, ρε παιδιά, μου αρέσουν οι Deep Purple, μου αρέσουν οι Uriah Heep, την ζωή μου δίνω, αλλά δεν έχουν την πεμπτουσία αυτή, ρε παιδί μου, αυτό που είχε το progressive. Μπορεί οι Genesis να με κουράζουν, γιατί είχαν στίχους περίεργους, πολύ αγγλικοί, ρε παιδί μου, πολύ Αγγλία, αλλά υπάρχουν κομμάτια, όπως το “Selling England By the Pound”, που λες «Ρε, μπαγάσα, έχω ανατριχιάσει, τι αριστούργημα!».

Πείτε μας κάποιες από τις αγαπημένες σας συναυλίες, που έχετε πάει!

Είναι πάρα πολλές, δεν τις θυμάμαι, δεν κάνω τέτοια κατηγοριοποίηση. Όμως, ήμουν τυχερός, που πήγα στη δεύτερη συναυλία, που έγινε στην Ελλάδα, στους Osibisa. Η πρώτη ήταν των Middle of the Road, όχι των Police, όπως διαβάζεις. Οι Middle of the Road ήταν καλεσμένοι σε ένα festival στην Θεσσαλονίκη, επί επταετίας, αν δεν απατώμαι, δύο αγόρια και δύο κορίτσια, ήταν νούμερο ένα στην Αγγλία, είχαν pop τραγουδάκια, όπως το “Sacramento” (1971), πολύ ωραία, τα είχα σε σινγκλάκια. Μετά ήρθαν οι Osibisa, afro συγκρότημα, στον «Τάφο του Ινδού», στο γήπεδο του Παναθηναϊκού, μιλάμε ήταν η πιο ανοργάνωτη συνυαλία, που έχει γίνει στον πλανήτη. Στον πλανήτη! Μετά ήταν οι Police, το 1980. Είχα την τύχη να πάω, το 1970, μικρός τότε, στο Σπόρτινγκ, στον Κώστα Τουρνά, που εμφανίστηκε σε συναυλία με τους Εξαδάχτυλος, τους Socrates και κάποιους άλλους, που δεν θυμάμαι τώρα. Ο Τουρνάς εμφανίστηκε με διπλή Gibson κιθάρα. Πρέπει να είχα λερωθεί και πάνω μου, δεν το λέω υπερβολικά! Δεν είχα ξαναδεί τέτοιο πράγμα! Με διπλή κιθάρα;! … Οι συναυλίες τότε ξεκίναγαν 11 η ώρα το πρωί και τελείωναν 7 το απόγευμα, με τεράστια διαλείμματα … έπρεπε να αλλάξουν το καλώδιο, δεν είχαν φέρει το καλώδιο, δεν είχε ρεύμα η μπρίζα, δεν βίδωνε η βίδα, δεν είχαν φέρει το κατσαβίδι. Χαμός … Άκου μία ιστορία: 1974, 5-10 μέρες πριν πέσει η χούντα, στο Σπόρτινγκ, το κλειστό γήπεδο μπάσκετ, στα Κάτω Πατήσια, θα έπαιζαν οι Rubber Band, είχα δει και μία φωτογραφία τους, είδα κάτι μαλλιάδες, κάτι ροκάδες, ενθουσιάστηκα, θα έπαιζε κι ο Τουρνάς και οι Socrates. Πάμε στη συναυλία, πουθενά οι Rubber Band, δεν υπήρχαν οι Rubber Band, το ομολόγησε κι ο διοργανωτής. Τελικά βγαίνουν οι Poll, ποιοι Poll, δύο μόνο, ο Σταύρος Λογαρίδης και ο drummer τους, ο Κώστας Παπαϊωάννου, μαζί με τον Γιώργο Μαγκλάρα στο βιολί, που έπαιζε στα Μπουρμπούλια του Διονύση Σαββόπουλου, και τον Σταμάτη Κραουνάκη στο μπάσο! Ο Κραουνάκης! Βγαίνουν, παίζουν διασκευές, ήταν η εποχή των Rolling Stones, οι διασκευές ξεκινούσαν με Rolling Stones και τελείωναν με Rolling Stones. Α, έπαιξαν και The Who, τα έδινε όλα ο Λογαρίδης! Και τώρα λέει, έχουμε μία έκπληξη, τους Socrates. Βγαίνουν οι Socrates, ο Σπάθας ήταν στρατιώτης, κιθάρα τότε έπαιζε ο Τουρκογιώργης, drummer δεν ήταν ο Τρανταλίδης, μού το είχε πει ο ίδιος ότι τότε ήταν τσακωμένοι, νομίζω ήταν ο Αντύπας. Δεν θυμάμαι όλη την σύνθεση τώρα. Μετά βγήκε ο Τουρνάς, ο οποίος, ενώ έπαιζε στους Poll, δεν βγήκε πιο πριν μαζί τους, αλλά μετά, μόνος του!

Τώρα που είπαμε για όλα αυτά τα μεγάλα ονόματα, Poll, Socrates, πιστεύετε ότι υπάρχει αυτό, που λέμε Ελληνικό rock;

Ναι, υπάρχει ελληνικό rock, πολύ καλό κιόλας! Όταν λέμε Ελληνικό rock, εννοούμε το ελληνόφωνο. Σήμερα το παιχνίδι το έχει κερδίσει το αγγλόφωνο. Αυτά είναι τα μεγάλα συγκροτήματα, τα σοβαρά, δεν σου μιλάω για τους Planet of Zeus και τους Rotting Christ, οι οποίοι έχουν απογειωθεί. Μιλάω για τα πολλά, καλα αγγλόφωνα hard και heavy συγκροτήματα. Μού αρέσουν πάρα πολύ και οι Villagers of Ioannina City.

Είναι τόσες πολλές οι καλές Ελληνικές μπάντες, π.χ. οι Diviner, οι Innerwish, κ.ά.

Οι Innerwish! Ναι, είναι μπάντες, που δουλεύουν! Κοίταξε, υπάρχει κάτι, που δεν το καταλαβαίνουν πολλά παιδιά σήμερα. Τότε υπήρχαν πολλά προβλήματα – προβλήματα αγοράς μηχανημάτων, προβλήματα χώρου πρόβας, προβλήματα ηχογραφήσεων … τώρα αυτά δεν είναι τίποτα. Ακόμη και τα Αγγλικά ήταν πρόβλημα. Έχουν αλλάξει πάρα πολλά δεδομένα. Σήμερα την παραγωγή μπορείς να την κάνεις σπίτι σου. Βλέπω καμιά φορά τον Bob Katsionis, την δουλειά που κάνει στα videos, στις μίξεις του. Αυτό τότε, αν το έλεγες σε κάποιον, θα πάθαινε συγκοπή! Να του έλεγες δηλαδή ότι σε τριάντα χρόνια θα υπάρχει άνθρωπος, που θα κάνει όλα αυτά τα πράγματα, στο δικό του προσωπικό studio! Εξωγήινα πράγματα!

Αναφέρατε ότι το rock έχει πεθάνει.

Όχι, όχι. Το rock, όπως το ξέραμε εμείς, έχει τελειώσει. Αλλάζουν τα δεδομένα. Δεν μπορεί μονίμως να υφίστανται οι Grand Funk, οι Bon Jovi, οι Led Zeppelin … Άκου κάτι για τους Led Zeppelin! Όταν αγόρασα το πρώτο τους album (“I”), ήταν στην Λύρα, η οποία είχε τη διανομή της Atlantic – μετά έκανε η Warner τη δική της αντιπροσωπεία. Έχω σπίτι μου δίσκους των America, Led Zeppelin, Alice Cooper, που είναι Έλληνικές κόπιες! Εκτυπωμένα Ελληνικά, πολύ καλά! Τα έχω πάρει και εισαγωγής. Όταν πήρα, λοιπόν, το “I”, χτυπιόμουν με το πρώτο κομμάτι του δίσκου (“Good Times Bad Times”), το έπαιζα συνέχεια! Είχα τότε ένα κόκκινο, μονοφωνικό πικ-απ με ηχείο και βελόνα καρφί, σαν βαλιτσάκι ήταν, μετά το άλλαξα … πήγαινα στην Πέμπτη Γυμνασίου, και μίλαγα με έναν φίλο μου, που ήξερε από αυτά, λίγοι ήξεραν. Με ρωτάει αν έχω ακούσει τον δίσκο, του απαντάω, «ναι, είναι φοβερός!», και με ρωτάει αν έχω ακούσει το “You Shook Me”! Του απαντώ, «Έχει τέτοιο κομμάτι ο δίσκος; Μόνο ένα ξέρω!», χαχα! Πήγα σπίτι μου και το άκουσα. Να σου πω επίσης, ότι την εποχή εκείνη μπερδεύαμε τα blues με τις μπαλάντες! Λέγαμε blues τις μπαλάντες κι όχι το ιδίωμα, δεν ξέραμε τι πάει να πει μπαλάντα!

Από εδώ και πέρα θα υπάρχει rock;

Ναι, με άλλη μορφή! Το rock εξελίσσεται, δεν είδες τι έγινε με το nu-metal; Δεν πέτυχε βέβαια, αλλά άφησε πράγματα πίσω του, άφησε τους Slipknot, τους Linkin Park, άλλο αν μας αρέσουν ή όχι. Οι Slipknot είναι άλλη κατηγορία, δεν παίζονται. Όλα αυτά εναλλάσσονται. Και σήμερα, μη νομίζεις, καμιά φορά λέμε «ε, οι τάδε παίζουν στο Κύτταρο» και συ νομίζεις ότι σε άλλες χώρες παίζουν σε γήπεδα! Σε club-άκια παίζουν! Έτσι είναι, όλα έρχονται και παρέρχονται. Υπάρχει το rock, αλλά θα μείνει σε λίγο μουσειακό είδος. Όπως και το βινύλιο. Εμένα μου λέγανε κάποτε, «Θα μπουν σπίτι σου και θα κλέψουν τους δίσκους!». Ε, σήμερα όποιος μπαίνει σπίτι μου, ούτε καν τα κοιτάει! Ποιος ενδιαφέρεται μωρέ, ποιος ενδιαφέρεται;! Δηλαδή θα έρθει κάποιος σπίτι μου και θα μου κλέψει CD;! Αφού τα έχει σε mp3!! Άσε, που οι περισσότεροι νομίζουν ότι οι δίσκοι είναι βιβλία! Αυτό δεν το ξεπερνάω με τίποτα! «Διαβάζετε πολύ», μου λένε! Τι διαβάζω, δίσκοι είναι!

Για το τέλος, θα ήθελα να μου πείτε μία rock ιστορία, που έχετε ζήσει και δεν την ξέρει ο πολύς ο κοσμος!

Θα σου πω δύο. Πρώτη συναυλία Accept με Udo, ήταν 20 Μαΐου, παίζουν στο Ρόδον και διοργανωτής ήταν ο Νίκος Λώρης. Τότε οι Accept ήταν στην BMG, γίνεται η συναυλία και πάμε να φάμε μετά, θα πλήρωνε η BMG. Ήμουν κι εγώ με τον συνεργάτη μου, από το ξένο ρεπερτόριο, τον Γιάννη Ιωάννου. Λέω εγώ, «Ρε παιδιά, δεν το αφήνουμε να πάμε στο ξενοδοχείο, να τελειώνουμε;». «Το εστιατόριο του ξενοδοχείου είναι κλειστό», λέει ο Νίκος, αλλά τελικά αποφασίσαμε να πάμε στο ξενοδοχείο να δούμε τι γίνεται. Φθάνουμε και βρίσκουμε, όχι μόνο το bar κλειστό, αλλά και τον ρεσεψιονίστ να κοιμάται! Άρχισε έτσι ο Νίκος να παίρνει διάφορα τηλέφωνα, που έβρισκε στο Αθηνόραμα, από το ταμείο του Ρόδον! Δεν υπήρχαν κινητά τηλέφωνα ακόμα. Πήρε σε πολλά μαγαζιά, όλα κλειστά, πήρε στην «Ιτιά», μία πολύ ωραία ταβέρνα στο Μετς, κλειστή κι αυτή. Τελικά πάμε στο «24ωρο», κατεβαίνοντας την Συγγρού δεξιά, ψηλά σχετικά, κοντά στην παλιά Ολυμπιακή, νομίζω το μαγαζί υπάρχει ακόμα. Το πούλμαν μπροστά, πίσω εγώ με το Opel Kadett, που είχα την εποχή εκείνη, φθάσαμε τελικά, αλλά δεν βρίσκουμε να παρκάρουμε, πού να παρκάρεις στην μία η ώρα το πρωί στο Κουκάκι;! Βρήκα σε μία γωνία, πάμε στο μαγαζί, ήταν γεμάτο και καθόμαστε έξω. Ήταν και οι αδελφοι Κατσιμίχα εκεί, χαχα! Από τη μια πλευρά, οι Γερμανοί, ήταν πέντε αυτοί και κανά δυο παρατρεχάμενοι, και από την άλλη πλευρά, οι Έλληνες. Ήταν ο Λώρης, η γυναίκα του, εγώ, ο Γιάννης, η Δήμητρα Ματσούκα και άλλοι. Ύστερα από λίγο, μπήκαμε στο μαγαζί, ήταν καλοκαίρι σχεδόν τότε, ανοίγω την πόρτα και μού έρχεται μία έντονη μυρωδιά από την κουζίνα, όχι άσχημη, έντονη. Μας ρωτάνε τι θα πάρουμε, αυτοί πήραν όλοι μουσακά, παστίτσιο, μελιτζάνες και χωριάτικες, και ήταν ενθουσιασμένοι. Εγώ πήρα πατσά, και μάλιστα ο Udo με ρώτησε τι είναι αυτό κι εγώ του εξήγησα. Μια κυρία, ωστόσο, από την παρέα παρήγγειλε κάτι … τι ήταν αυτό; Κεφαλάκι! Δεν θα το ξεχάσω με τίποτα! Το βλέπουν οι Γερμανοί, βλέπουν το κεφαλάκι σπασμένο στα τέσσερα, με τα μάτια και την γλώσσα, και σοκαρισμένοι μας λένε, «Είστε βάρβαροι!», χαχαχα! Έμειναν εμβρώντητοι! Είχε φοβερή πλάκα! Να σού πω και πόσο κύριος ήταν ο Carlos Santana, όταν μετά από μία συναυλία του στον Λυκαβηττό, πήγαμε και φάγαμε το βράδυ σε μία ταβέρνα, ήταν κι ο Γιάννης Πετρίδης, θυμάμαι, στο St. George Lycabettus. Αυτός ο γίγαντας της μουσικής, μιλάμε τώρα για το 1987-1988, είχε ήδη φτιάξει το latin rock ιδίωμα, μας έλεγε «Παραγγείλτε ό,τι θέλετε για εμένα, δεν έχω κανένα πρόβλημα». Μιλάμε για έναν άνθρωπο φοβερής ποιότητας, το λέω και αισθάνομαι ελάχιστος μπροστά του! Τι κύριος ήταν αυτός, τι κύριος!

Πείτε κάτι στον φίλο του rock/metal!

Κι ο Θεός ακούει heavy metal!

You may also like

Leave a Comment


The reCAPTCHA verification period has expired. Please reload the page.